Η ζήτηση για πιστώσεις στην ευρωζώνη πιθανόν έχει φθάσει στο ναδίρ της και πλέον θα αρχίσει να κινείται ανοδικά, αφού υποχωρούσε για περισσότερο από ένα χρόνο λόγω των αυξανόμενων επιτοκίων και των δυσχερειών της οικονομίας, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Η τριμηνιαία έρευνα της ΕΚΤ για τον τραπεζικό δανεισμό, που δημοσιεύθηκε την Τρίτη, έδειξε ότι η πτώση της διάθεσης για επιχειρηματικά και καταναλωτικά δάνεια ήταν μικρότερη το δ' τρίμηνο του 2023 σε σχέση με τους προηγούμενους τρεις μήνες. Οι τράπεζες αναμένουν ακόμη και μια μικρή αύξηση το τρέχον τρίμηνο - την πρώτη από τις αρχές του 2022.
Οι τράπεζες συνέχισαν να αυστηροποιούν τα πιστωτικά πρότυπα, αν και με πιο ήπιο ρυθμό, ο οποίος είναι πιθανό να υποχωρήσει περαιτέρω τους πρώτους μήνες του 2024, ανέφερε η ΕΚΤ.
Αξιωματούχοι στη Φρανκφούρτη αξιολογούν το πόσο θα είναι ακόμη αισθητό το αποτέλεσμα της άνευ προηγουμένου αύξησης των επιτοκίων. Ο τραπεζικός δανεισμός είναι ένας βασικός δίαυλος μέσω του οποίου θέλουν να περιορίσουν την οικονομική δραστηριότητα και να επαναφέρουν τον πληθωρισμό στο 2% - χωρίς ωστόσο να μετατρέψουν αυτό που διαμορφώνεται σε ήπια προσγείωση για την Ευρώπη σε κάτι πιο σοβαρό, όπως μια ύφεση.
«Σε όλες τις κατηγορίες δανείων, η μείωση της ζήτησης οφείλεται στο γενικό επίπεδο των επιτοκίων», ανέφερε η ΕΚΤ. «Επιπλέον, οι χαμηλότερες επενδύσεις σε πάγια μείωσαν τη ζήτηση των επιχειρήσεων για δάνεια, ενώ η υποτονική καταναλωτική εμπιστοσύνη και οι προοπτικές της αγοράς κατοικίας μείωσαν τη ζήτηση από τα νοικοκυριά για δάνεια».
Η τριμηνιαία έρευνα, η οποία διεξήχθη για πρώτη φορά το 2003, έρχεται μόλις δύο ημέρες πριν η ΕΚΤ επικαιροποιήσει στη συνεδρίασή της τη νομισματική της πολιτική. Αναμένεται ευρέως να διατηρήσει το κόστος δανεισμού σταθερό στο 4% για τρίτη συνεχόμενη συνάντηση και είναι πιθανό να αποκρούσει ξανά τα στοιχήματα των επενδυτών για μείωση επιτοκίων ήδη από τον Απρίλιο.
Η έρευνα έδειξε ότι οι προσδοκίες της αγοράς για χαλαρότερη νομισματική πολιτική μπορεί ήδη να τροφοδοτούν την οικονομία, με τους όρους και τις προϋποθέσεις για τα στεγαστικά δάνεια να χαλαρώνουν στα τέλη του περασμένου έτους.
«Η καθαρή χαλάρωση στην κατηγορία των στεγαστικών δανείων δεν συνοδεύτηκε από αντίστοιχη μείωση των περιθωρίων δανεισμού και ακολούθησε επτά τρίμηνα αυστηροποίησης», ανέφερε η ΕΚΤ.